Περί ΝΑΤΟϊκών εγγυήσεων και Κυπριακού
Η πρωτοφανούς οξύτητας ρωσική δήλωση αναφορικά με τον κίνδυνο στρατιωτικοποίησης της Κύπρου σε περίπτωση διεύρυνσης της συνεργασίας της Κυπριακής Δημοκρατίας με τις ΗΠΑ και τον ευρύτερο σχεδιασμό του ΝΑΤΟ έπεσε σαν κεραυνός εν αιθρία στη Λευκωσία. Η τοποθέτηση της κ. Μαρία Ζαχάροβα, εκπροσώπου Τύπου του ρωσικού ΥΠΕΞ, παραβίασε κάθε διπλωματικό θέσφατο, αλλά αναδεικνύει και τη ρωσική ενόχληση για την προοπτική αναβάθμισης της αμερικανο-κυπριακής στρατιωτικής συνεργασίας. Πολλοί συνδέουν αυτή την προοπτική με το ΝΑΤΟ ή την ένταξη της Κύπρου στην Ατλαντική Συμμαχία, αλλά κάτι τέτοιο είναι και αχρείαστο και παραπλανητικό.
Απαραίτητη και απαράβατη προϋπόθεση για μια τέτοια αναβάθμιση αποτελεί η άρση του παράλογου αμερικανικού εμπάργκο στις πωλήσεις αμυντικού οπλισμού που έχει επιβάλει η Ουάσινγκτον εναντίον της Κυπριακής Δημοκρατίας από το 1974. Μια τέτοια προοπτική, που θα μπορούσε να δώσει τη δυνατότητα ουσιαστικής αναβάθμισης της Εθνικής Φρουράς εφόσον αντιστραφεί η τραγικά φθίνουσα πορεία του προϋπολογισμού αμυντικής θωράκισης, δεν προϋποθέτει τη βελτίωση των σχέσεών μας με το ΝΑΤΟ ή την αποδοχή ΝΑΤΟϊκών εγγυήσεων για την εφαρμογή της λύσης. Τα δύο πράγματα είναι άσχετα μεταξύ τους.
Τις τελευταίες εβδομάδες έχει ανοίξει μια ευρύτερη συζήτηση περί ΝΑΤΟϊκών εγγυήσεων στο Κυπριακό. Η συζήτηση αυτή πυροδοτήθηκε από μια δημόσια δήλωση του Προέδρου της Δημοκρατίας με την οποία «δεν απέκλειε» -αλλά επίσης δεν αποδεχόταν- τον ρόλο του ΝΑΤΟ σε ένα πλαίσιο εγγυητή της λύσης που ενδεχομένως αποφασιστεί. Εάν η Ρωσία αντέδρασε σε αυτή τη δήλωση του κ. Αναστασιάδη, τότε η αντίδρασή της μάλλον θα έπρεπε να προσομοιάζει μια «θύελλα» που μαίνεται «μέσα σε μια τσαγιέρα» ή, το ορθότερο, «μέσα σε ένα σαμοβάρι».
Γιατί; Γιατί πολύ απλά η όλη συζήτηση γίνεται περί «Όνου Σκιάς» για τους εξής λόγους:
1) Το ΝΑΤΟ δεν έχει από τον Καταστατικό του Χάρτη δικαίωμα να παράσχει εγγυήσεις ασφαλείας σε μη μέλη του. Για να έχει νόημα αυτή η συζήτηση θα πρέπει η Ομοσπονδιακή Κύπρος που θα προκύψει μέσα από το υπάρχον πλαίσιο λύσης να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ, κάτι το οποίο δεν έχει κανένα λόγο να το δεχθεί ή να το επιτρέψει η Τουρκία, καθότι και μετά τη λύση, εάν αυτή περιλαμβάνει την παραμονή τουρκικών στρατευμάτων στο νησί, η Τουρκία θα συνεχίζει να χρησιμοποιεί το στρατιωτικό της πλεονέκτημα έναντι της Κύπρου προκειμένου να εκβιάζει καταστάσεις και να επιβάλλει πολιτικές, όπως τώρα επιχειρεί να κάνει με την ανάπτυξη της επιλαρχίας των Leopard 2 στην Κυθρέα.
Για να έχουν το παραμικρό νόημα, οι ΝΑΤΟϊκές εγγυήσεις στην περίπτωση του Κυπριακού θα πρέπει πρώτα να υποχωρήσουν όλα τα τουρκικά στρατεύματα και ο οπλισμός τους υπό την εποπτεία του ΟΑΣΕ και τη συμμετοχή του ΝΑΤΟ πριν τεθεί σε εφαρμογή η Συμφωνία Λύσης του Κυπριακού, κάτι που μπορεί να γίνει μέσα σε 10-12 μήνες μετά από ένα ενδεχόμενο θετικό αποτέλεσμα στο δημοψήφισμα. Ακόμη όμως και να γίνει κάτι τέτοιο η αξία των εν λόγω εγγυήσεων έναντι ενός ενδεχομένου νέας εισβολής είναι περιορισμένη.
2) Καμία εγγύηση τέτοιου είδους δεν έχει προταθεί ή προσφερθεί ποτέ στην ιστορία της Συμμαχίας από το 1949. Όλες οι εκτός Ευρώπης ή εκτός ΝΑΤΟ αποστολές τήρησης της ειρήνης της Ατλαντικής Συμμαχίας συμπεριλαμβανομένων των επεμβάσεων στο Κόσοβο και το Αφγανιστάν έφεραν με τον έναν ή τον άλλον τρόπο την έγκριση του Σ.Α. του ΟΗΕ και δεν απέρρεαν ως αποτέλεσμα του συλλογικού συστήματος άμυνας της Ατλαντικής Συμμαχίας. Εάν θεωρητικά τα Σκόπια εισέβαλλαν στο Κόσοβο ή το Πακιστάν εισέβαλλε στο Αφγανιστάν, τα εκεί ευρισκόμενα ΝΑΤΟϊκά στρατεύματα δεν είχαν καμία νομική υποχρέωση να προστατεύσουν την κοσοβαρική ή αφγανική Κυβέρνηση από εξωτερική απειλή τρίτων κρατών.
3) Ακόμη και για τα μέλη του ΝΑΤΟ δεν υπάρχει καμία εγγύηση ασφάλειας όταν η πηγή της ανασφάλειας ή της απειλής για ένα κράτος-μέλος προέρχεται από ένα άλλο κράτος-μέλος όπως ισχύει μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας, εξ ου και η παγία «ποντιοπιλατική» στάση του ΝΑΤΟ στα ελληνοτουρκικά.
4) Οι αποφάσεις της Ατλαντικής Συμμαχίας λαμβάνονται συλλογικά. Τα κράτη-μέλη έχουν δικαίωμα βέτο και το ασκούν συστηματικά. Οι ΗΠΑ δεν κάνουν πάντοτε ό,τι θέλουν στη Συμμαχία παρά τις περί του αντιθέτου δημόσιες εντυπώσεις. Παραδείγματα βέτο αποτελούν: α) η άρνηση περίπου 10 κρατών-μελών να εγκρίνουν αμερικανική πρόταση για να δοθεί καθεστώς «υποψήφιας» προς ένταξη χώρας στην Ουκρανία το 2008 και β) το βέτο που ασκεί από το 2004 η Τουρκία με το οποίο μπλοκάρεται συχνά η συνεργασία ΝΑΤΟ-ΕΕ σε αμυντικά θέματα. Εσχάτως η Τουρκία έκανε το ίδιο με την Αυστρία, προκαλώντας έντονη αντίδραση από πολλά ευρωπαϊκά κράτη, ακόμη και (δευτερευόντως) από τις ΗΠΑ.
5) Για να υπάρξουν εγγυήσεις ασφάλειας για την Κύπρο (ομόσπονδη ή μη) από πλευράς ΝΑΤΟ θα πρέπει η Κύπρος να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ και να βγεί από το ΝΑΤΟ η Τουρκία μέσω ενός μηχανισμού εξόδου που δεν υπάρχει και δεν προβλέπεται από τους κανονισμούς της Συμμαχίας.
Σε τελική ανάλυση, ποιος πραγματικά πιστεύει ότι η Τουρκία θα δεχόταν κάτι τέτοιο εάν δεν τη συνέφερε για την τήρηση των επεμβατικών της δικαιωμάτων και δεν θα της επέτρεπε ενδεχομένως να κρατήσει τα στρατεύματά της στην Κύπρο στο διηνεκές υπό τον νομιμοποιητικό μάλιστα μανδύα μιας ΝΑΤΟϊκής βάσης;
16 Δεκεμβρίου 2018, 10:30 πμ
πηγή: http://www.philenews.com/f-me-apopsi/paremvaseis-ston-f/article/625712/peri-natoikon-engyiseon-kai-kypriakoy
Θεόδωρος Τσακίρης
*Επίκουρος καθηγητής Γεωπολιτικής & Ενεργειακής Πολιτικής Πανεπιστημίου Λευκωσίας και γραμματέας Διεθνών Σχέσεων του ΔΗΚΟ.