«Διαπραγματευτικό κεκτημένο», η διεθνής και ευρωπαϊκή νομιμότητα, το ΣΑ και ο Καταστατικός Χάρτης το
Μετά από μια αλληλουχία λαθών τεσσάρων περίπου δεκαετιών η κυρίαρχη Κυπριακή Δημοκρατία (ΚΔ) παραμένει το μόνο αναγνωρισμένο κράτος, ενώ η ένταξής της στην ΕΕ αναβάθμισε την κρατική της υπόσταση. Η ΚΔ, εν τούτοις, βρίσκεται σε σταυροδρόμι: Είτε θα καταργηθεί και θα δημιουργηθεί ένα κρατίδιο-βασανιστήριο υπό Τουρκική επικυριαρχία είτε θα υιοθετήσει ορθολογιστικές στρατηγικές επιλογές που αντιστρέφουν τα λάθη, αξιοποιούν τα ερείσματα και στην χειρότερη περίπτωση δεν χειροτερεύουν την defacto κατάσταση των τα τετελεσμένων με dejure επιδείνωση της κατάστασης της Κύπρου. Δεν υπάρχει ο παραμικρός λόγος να αποφασιστεί κρατική αυτοκτονία, καθότι εάν μη τι άλλο το κρατικό και στρατηγικό ναρκοπέδιο μέσα στο οποίο θα εισέλθουμε είναι πολύ χειρότερο των de facto τετελεσμένων μετά το 1974 τα οποία μερικοί ξεχνούν ή μυστηριωδώς προσποιούνται δεν θυμούνται ότι δεν είναι de jure τετελεσμένα.
ΑΥΤΟ ΕΞΑΛΛΟΥ ΑΠΟΤΥΠΩΝΕΤΑΙ ΤΟΣΟ ΣΤΙΣ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΣΑ ΟΣΟ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΠΡΑΞΗ ΠΡΟΣΧΩΡΗΣΗΣ ΤΗΣ ΚΔ ΣΤΗΝ ΕΕ.
Πέραν της αναγκαίας και μη εξαιρετέας στρατηγικής απόκτησης αποτρεπτικής ισχύος (οικείες δυνάμεις και συμμαχικές συγκλίσεις), το κρισιμότερο νομικό και πολιτικό ζήτημα είναι η εγκατάλειψη των εξ αντικειμένου αδιέξοδων αυτοκτονικών διαπραγματευτικών θέσεων, το λεγόμενο «διαπραγματευτικό κεκτημένο», που καθιστά την Κύπρο όμηρο και παγιδεύει στρατηγικά την Ελλάδα. Για να γίνει σωστά κατανοητός ο ρόλος του ΟΗΕ και του Συμβουλίου Ασφαλείας (ΣΑ) είναι κρίσιμης σημασίας να τονιστούν, καταρχάς, δύο σημαντικές πτυχές:
ΠΡΩΤΟΝ, μετά το 1960 η κυπριακή κοινωνία διαθέτει ανεξάρτητο και πολιτικά κυρίαρχο κράτος –δηλαδή θεσμό συλλογικής ελευθερίας και πολιτικά αυτεξούσιων αποφάσεων– το οποίο είναι και το μόνο αναγνωρισμένο. Εάν χάσει αυτό το κράτος η κυπριακή κοινωνία (συμπεριλαμβάνεται η Τ/Κ μειονότητα όχι όμως οι έποικοι), δεν θα διαθέτει συλλογική ελευθερία, δηλαδή εσωτερική και εξωτερική πολιτική κυριαρχία. Ταυτόχρονα εξ αντικειμένου διαμέσου των εποίκων που αποτελούν έγκλημα πολέμου, η Τουρκία –ακόμη και εάν προσχηματικά αποχωρήσουν τα στρατεύματα κατοχής και καταργηθούν οι λεγόμενες εγγυήσεις, εύκολα, με το να δημιουργεί τεχνητές κρίσεις όπως η Άγκυρα πολύ καλά ξέρει να κάνει–, θα κυριαρχήσει επί ολοκλήρου της Κύπρου τελεσίδικα και διαπαντός. Με την ΔΔΟ, πολιτική ισότητα και εποίκους, οι Κύπριοι θα συνάψουν ένα αυτοκτονικό πολιτικό γάμο με ένα κράτος το οποίο ανεξαρτήτως ηγεσίας από το 1922 μέχρι σήμερα είναι λεηλατικό, αρπακτικό και ειδικευμένο στην δημιουργία παράνομων τετελεσμένων.
ΔΕΥΤΕΡΟΝ, οι κυοφορούμενες ΔΗΘΕΝ ΛΥΣΕΙΣ που εδράζονται πάνω σε θολούς και βασικά πολιτειακά ανύπαρκτους όρους και έννοιες, αφενός κατά την διάρκεια διαπραγματεύσεων πολλών δεκαετιών αναμενόμενα δεν αποσαφηνίστηκαν και αφετέρου ελάχιστοι θα διαφωνήσουν πως η αποδοχή της όπως συχνά κάποιοι λένε «μιας κάποιας λύσης», δημιουργεί κρατικό ναρκοπέδιο. Πέραν της στέρησης της ανεξαρτησίας της Κυπριακής κοινωνίας θα καταργήσει ένα κυρίαρχο κράτος-μέλος του ΟΗΕ και θα προκαλέσει ακόμη περισσότερες και αβάστακτες κακουχίες και θα δημιουργήσει ένα ετοιμόρροπο κρατικό εποικοδόμημα θέτοντας έτσι επί μακρόν την διεθνή ασφάλεια σε κίνδυνο. Ο ΟΗΕ, οι υψηλές του αρχές, τα όργανά του και οι αντιπρόσωποί του, ακριβώς, αποσκοπούν στο αντίθετο: Στην εκπλήρωση των Υψηλών Αρχών του Καταστατικού Χάρτη που ορίζουν την δομή, τις λειτουργίες και τους προσανατολισμούς του καθεστώτος της κρατικής κυριαρχίας και που διαφυλάττουν την διεθνή τάξη και διεθνή ασφάλεια. Αποτελεί φρικτή παράλειψη εάν προσδιορίζοντας τις διαπραγματευτικές θέσεις της ΚΔ δεν ληφθούν και συνεκτιμηθούν πλήρως οι πολιτικές όψεις του διεθνούς δικαίου και ο τρόπος που αυτές συνδέονται με τις νομικές. Η αποστολή του ΟΗΕ δεν είναι να προσδιορίσει τα σύνορα της διεθνούς τάξης γιατί αυτά δεν ορίζονται στην βάση κάποιου κριτηρίου δικαιοσύνης –τα σύνορα ορίζονται με Συνθήκες συνήθως μετά τον τελευταίο πόλεμο ή επί του προκειμένου μετά από ένα εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα–, αλλά να διαφυλάξει αυτή την διεθνή τάξη από επιθετικές ενέργειες και δημιουργία παράνομων τετελεσμένων. Πρωτίστως, αποτελεί θεμελιώδη παρεκτροπή εάν παρέμβει στο εσωτερικό ενός κυρίαρχου κράτους μέλους το οποίο μάλιστα το ίδιο το ΣΑ αναγνωρίζει ότι υπήρξε θύμα παράνομης άσκησης βίας και παράνομων τετελεσμένων τα οποία και κάλεσε να τερματιστούν.
Στο Κεφάλαιο Ι άρθρο 2 παράγραφος 7 του Χάρτη του ΟΗΕ ξεκαθαρίζονται οι δικαιοδοσίες του ΣΑ αλλά και τα όρια αυτών των δικαιοδοσιών: «Καμιά διάταξη αυτού του Χάρτη δε θα δίνει στα Ηνωμένα Έθνη το δικαίωμα να επεμβαίνουν σε ζητήματα που ανήκουν ουσιαστικά στην εσωτερική δικαιοδοσία οποιουδήποτε κράτους και δε θα αναγκάζει τα Μέλη να υποβάλλουν τέτοια θέματα για ρύθμιση σύμφωνα με τους όρους αυτού του Χάρτη. Η αρχή όμως αυτή δεν πρέπει να εμποδίζει την εφαρμογή των εξαναγκαστικών μέτρων που προβλέπονται από το Κεφάλαιο 7». Επειδή η ουσία πάντα, ιδιαίτερα στις πρόνοιες του Χάρτη του ΟΗΕ αλλά και κάθε ζητήματος της διεθνούς πολιτικής βρίσκεται στις ειδοποιούς διαφορές –και αφού τονιστεί πως σπάνια υπάρχουν αποφάσεις του ΣΑ και πολύ σπανιότερα τόσο ξεκάθαρα ψηφίσματα όπως είχαμε στο Κυπριακό το 1964, 1974 και 1983–, είναι απαραίτητο να υπογραμμιστούν μερικές κρίσιμες πτυχές.
Κατ’ αρχάς, στα ψηφίσματα του ΣΑ ορίζεται πλήρως ποιος είναι το θύμα και ποιος ο θύτης, ποιος είναι παράνομος και ποιος ζημιωμένος από την παρανομία και ποιος διατάραξε την διεθνή ειρήνη και ασφάλεια. Από νομική και πολιτική άποψη άλλαξε κάτι μετά το 1974. Η απάντηση είναι όχι, δεν άλλαξε. Στην βάση γεγονότων που το ίδιο το ΣΑ κατέγραψε σε πολλά ψηφίσματα δεν μπορεί να αμφισβητηθεί νομικά και πολιτικά ότι την διεθνή ειρήνη και ασφάλεια δεν την διατάραξε η ΚΔ αλλά η Τουρκία μετά το υποκινούμενο από την CIA πραξικόπημα της Αμερικανοκίνητης χούντας, όπως και οι ίδιοι οι Αμερικανοί ομολογούν.
Οι αποφάσεις του ΣΑ είναι ρητές όπως σπάνια συμβαίνει: Οι αποφάσεις 186 / 1974, 360 / 74 και 541 / 1983, για παράδειγμα, καλούν όλους να σεβαστούν την κυριαρχία του μόνου αναγνωρισμένου κράτους, της ΚΔ, και ζητούν την αποκατάσταση της Συνταγματικής τάξης θεωρώντας την εισβολή απειλή για την διεθνή ειρήνη και ασφάλεια. Εξίσου ρητά με μια εξαιρετικά σημαντική διατύπωση που αφορά ευθέως τις διαπραγματεύσεις, ζητούν «την αποχώρηση χωρίς καθυστέρηση όλου του στρατιωτικού προσωπικού» και γίνεται σαφές ότι στις διαπραγματεύσεις επίλυσης της κρίσης «ΔΕΝ ΘΑ ΕΠΗΡΕΑΣΤΟΥΝ» ΑΠΟ ΤΑ ΠΛΕΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΑΠΟΚΤΗΘΗΚΑΝ ΑΠΟ ΤΙΣ ΠΟΛΕΜΙΚΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ».
Ερωτάται: Γιατί εμείς συνεχίζουμε να αφήνουμε τρίτους, όποιοι και να είναι αυτοί, να εκπέμπουν ιδέες αδιέξοδων ρυθμίσεων που νομιμοποιούν, ακριβώς, την παράνομη άσκηση βίας, τα παράνομα τετελεσμένα και που όχι μόνο καταργούν ένα κυρίαρχο κράτος αλλάζοντας με νέα Συνθήκη την διεθνή τάξη αλλά επιπλέον αναπόδραστα οδηγούν σε αστάθεια που θέτει σε κίνδυνο την διεθνή και περιφερειακή ασφάλεια;! Μήπως υπάρχει κάποιος ή κάτι που υπερισχύει των Υψηλών Αρχών του καθεστώτος της κρατικής κυριαρχίας; Νομικά, πολιτικά και διαπραγματευτικά μιλώντας, η απάντηση είναι: Απολύτως ΟΧΙ.
Εξίσου σημαντική εάν όχι περισσότερο σημαντική και μεγάλο υπέρτερο και ακλόνητο έρεισμα για την ΚΔ είναι η απόφαση του ΣΑ 541 του 1983 μια δεκαετία μετά την παράνομη εισβολή και τα παράνομα τετελεσμένα. Όπως και οι άλλες αποφάσεις, αυτή πολύ περισσότερο και σε συνδυασμό με τις αποφάσεις του 1974, ορίζει επακριβώς ποιος και πως διατάραξε την διεθνή τάξη. Αυτές οι αποφάσεις μαζί και οι υψηλές αρχές του Καταστατικού Χάρτη λογικό είναι να αποτελούν διαπραγματευτική σημαία και κόκκινη γραμμή μιας νέας διαπραγματευτικής προσέγγισης συμβατής με τον ρόλο του ΟΗΕ και του ΣΑ και όχι κάποιο φανταστικό και ανύπαρκτο ρόλο.
Με την απόφαση 541, επιπρόσθετα, ξεκαθαρίζεται ότι «Η ΑΠΟΠΕΙΡΑ ΝΑ ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΘΕΙ ΜΙΑ “ΤΟΥΡΚΟΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΒΟΡΕΙΑΣ ΚΥΠΡΟΥ” ΕΙΝΑΙ ΑΚΥΡΗ, ΕΠΙΔΕΙΝΩΝΕΙ ΤΗΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ, ΚΑΛΕΙ ΤΗΝ ΤΟΥΡΚΙΚΗ ΠΛΕΥΡΑ ΝΑ ΤΗΝ ΑΠΟΣΥΡΕΙ» και διευκρινίζει για ακόμη μια φορά ότι υπάρχει ένα μόνο κράτος και μόνο μια κρατική κυριαρχία, αυτή της Κυπριακής Δημοκρατίας την οποία κανείς δεν μπορεί να καταλύσει παρά μόνο εάν εμείς οι ίδιοι αυτοκτονήσουμε κρατικά.
Γίνεται σαφές πάντως, ότι δεν μιλάμε για κάποια αντιπαράθεση με όργανα του ΟΗΕ ή αντιπροσώπους τους αλλά αξίωση ενός κυρίαρχου κράτους-μέλους όπως όλοι αποδέχονται τις Υψηλές Καταστατικές Αρχές του Χάρτη, τα κόκκινα σύνορα των νομικών και πολιτικών όψεων του καθεστώτος της κρατικής κυριαρχίας, το γεγονός ότι στην περίπτωση της Κύπρου είναι ξεκάθαρο ποιος είναι θύμα και θύτης παρανομίας και την υψηλότερη όλων των αρχών του σύγχρονου πολιτικού πολιτισμού που όπως είπαμε ρητά διατυπώνεται στο Άρθρο 2 του Χάρτη. Ότι δηλαδή κανείς και ποτέ δεν έχει δικαιοδοσία ανάμειξης στις εσωτερικές υποθέσεις ενός κράτους-μέλους και ότι ο ρόλος του ΣΑ είναι να αποκαταστήσει την διεθνή τάξη και νομιμότητα και όχι να ευνοήσει τον θύτη, να εξοντώσει το θύμα κράτος-μέλος και να δημιουργήσει προϋποθέσεις διεθνούς αστάθειας.
Κάθε νομική και πολιτική ερμηνεία του Χάρτη του ΟΗΕ ευνοεί την ΚΔ και οι αντιπρόσωποί της έχουν συμφέρον και υποχρέωση να αξιώσουν το ΣΑ και όλα τα όργανα και τους αντιπροσώπους του διεθνούς αυτού οργανισμού, εμπράγματα: 1ον. να εκπληρωθούνοι πρόνοιες του Καταστατικού Χάρτη, 2ον. να παρακαμφθούν και εξαφανιστούν λαθραία καταγεγραμμένες θολές, παράνομες και αποδεδειγμένα αδιέξοδες διατυπώσεις για το εσωτερικό καθεστώς ενός κυρίαρχου κράτους-μέλους και να εκτιμηθεί δεόντως το αυταπόδεικτο, ότι δηλαδή μη βιώσιμες διευθετήσεις και κατάλυση ενός κράτους οδηγεί αναπόδραστα σε βεβαία διατάραξη της διεθνούς τάξης και της διεθνούς ασφάλειας.
Ευλόγως θα ερωτούσε κάποιος: Και εάν υπάρξουν αρνητικές αιτιάσεις που οφείλονται σε συμφέροντα που αφορούν τα ασταμάτητα στρατηγικά παίγνια; Η απάντηση είναι αυτονόητη: Το κυρίαρχο Κυπριακός κράτος πολιτικά, νομικά και δικαιωματικά απορρίπτει αυτές τις αιτιάσεις και αρνείται καταχρηστικές στάσεις και ενέργειες των οργάνων του ΟΗΕ εις βάρος ενός αδιαμφισβήτητα κυρίαρχου κράτους-μέλους θύματος που έγινε θύμα αδιαμφισβήτητης παράνομης επίθεσης η οποία προκάλεσε αδιαμφισβήτητα παράνομα τετελεσμένα. Αξιώνεται έτσι μετά εμφάσεως η εκπλήρωση του ουσιαστικού και συμβατού με τον Χάρτη περιεχομένου ψηφισμάτων του ΣΑ. Αυτονόητα, τέτοιες απόλυτα θεμιτές νομικές και πολιτικές στάσεις για να επιτύχουν εντάσσονται σε μια στρατηγική εκπλήρωσής τους και όπως ακροθιγώς ήδη αναφέρθηκε οι ιστορικές περιστάσεις είναι ευνοϊκές.
Αφού για αυτονόητους λόγους λέμε ξανά πως δεν αναφερόμαστε για κάποια αντιπαράθεση με τον ΟΗΕ –δεν είναι «προσωπικές» αυτές οι υποθέσεις– υπογραμμίζεται επίσης το γεγονός πως μόνο σε κακοπιστία, που κανείς αμέσως παρακάμπτει, καθότι αφορά την ζωή ή τον θάνατο ενός κράτους και της κοινωνίας του, μπορεί να οφείλεται μια αμφισβήτηση πως οι λαθραίες και κατά παράβαση του Καταστατικού Χάρτη αναφορές για το εσωτερικό καθεστώς με ΔΔΟ και πολιτική ισότητα δεν είναι πλέον βάση διαπραγματεύσεων και ότι επειδή δεν αποτελούν πλαίσιο λύσης η συζήτησή τους αναμενόμενα οδήγησε σε αδιέξοδο. Μεταξύ άλλων:
Πρώτον, η ευρισκόμενη υπό εκβιασμό λόγω παράνομης εισβολής ΚΔ σύρθηκε στην καταγραφή τέτοιων αμφιλεγόμενων και αδιευκρίνιστου περιεχομένου όρων. Δεύτερον, οι διαπραγματεύσεις πολλών δεκαετιών απέδειξαν πως δεν μπορεί να οριστεί το περιεχόμενο επειδή απλά δεν υπάρχει παρά μόνο εάν γίνουν αποδεκτά τα παράνομα αποτελέσματα της παράνομης βίας τα οποία το ΣΑ πρωτίστως και ρητά κάλεσε να τερματιστούν. Τρίτον, στην βάση της αδιαμφισβήτητης διακρατικής πρακτικής σε κάθε διαπραγμάτευση οι συνομιλίες δεν δημιουργούν κάποια νομική δέσμευση και εάν δεν υπάρξει συμφωνία και μάλιστα επικυρωμένη με νέα Συνθήκη σε κάθε νέα διαπραγμάτευση τα εμπλεκόμενα μέρη απόλυτα δικαιωματικά μπορούν να ζητήσουν διαπραγματεύσεις από μηδενική βάση. Τέταρτον, αυτό σημαίνει τερματίζεται το έγκλημα πολέμου των εποίκων, εκτός από όσες ατομικές περιπτώσεις προβλέπονται στην Συνθήκη της Γενεύης. Πέμπτο, επίσης, για την έναρξη νέων συνομιλιών από μηδενική, πλέον, προσφέρεται μόνο –και όποιος δεν το βλέπει πάσχει από πολιτική και νομική τυφλότητα ή και αυτοκτονικά σύνδρομα– το εξής μοναδικό νομικό και πολιτικό διαπραγματευτικό πλαίσιο: Τερματισμός των παράνομων τετελεσμένων, αποκατάσταση της Συνταγματικής τάξης και εφαρμογή των προνοιών της Πράξης Προσχώρησης της ΚΔ στην ΕΕ οι οποίες αυτομάτως ακυρώνουν το αποικιοκρατικό διαίρει και βασίλευε και διασφαλίζουν μια βιώσιμη κυρίαρχη κρατική οντότητα. Τονίζεται ότι οι πρόνοιες της Πράξης Προσχώρησης ενώ αποτελούν υποχρεωτικό δίκαιο για την ΕΕ και τα μέλη της η ΚΔ δεν αξίωσε πολιτικές και νομικές στάσεις που το επικυρώνουν. Υποστηρίζεται λοιπόν ότι για μια σειρά σημαντικών λόγων είναι η καταλληλότερη ιστορική στιγμή μιας νέας προσέγγισης αφετηρία της οποίας δεν μπορεί παρά να είναι η ΡΙΖΙΚΗ ΚΑΙ ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΗ ΕΠΑΝΑΤΟΠΟΘΕΤΗΣΗ ΤΩΝ ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΤΙΚΩΝ ΜΑΣ ΘΕΣΕΩΝ ΣΤΗΝ ΒΑΣΗ ΤΗΣ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΝΟΜΙΜΟΤΗΤΑΣ. Αυτό μπορούμε να το πούμε και διαφορετικά. ΠΟΤΕ ΚΑΝΕΙΣ ΔΕΝ ΑΥΤΟΚΤΟΝΕΙ ΑΠΟ ΦΟΒΟ ΜΗΠΩΣ ΑΥΡΙΟ ή ΜΕΘΑΥΡΙΟ ή ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ ή ΣΕ ΜΕΡΙΚΑ ΧΡΟΝΙΑ ΠΙΘΑΝΟΛΟΓΟΥΜΕΝΑ ΘΑ ΑΡΡΩΣΤΗΣΕΙ ΚΑΙ ΘΑ ΠΕΘΑΝΕΙ. Μπορεί να πέρασαν τέσσερεις δεκαετίες μετά την παράνομη εισβολή, αλλά ΤΑ ΠΑΡΑΝΟΜΑ ΤΕΤΕΛΕΣΜΕΝΑ ΠΟΤΕ ΔΕΝ ΜΠΟΡΟΥΝ ΝΑ ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΗΘΟΥΝ ΕΑΝ ΕΜΕΙΣ ΔΕΝ ΣΥΝΑΙΝΕΣΟΥΜΕ.
Η δημιουργία ενός μη βιώσιμου κρατιδίου-βασανιστηρίου όχι μόνο θα χειροτερεύσει την παρούσα κατάσταση αλλά αναπόδραστα και ίσως πολύ σύντομα να οδηγήσει σε πλήρη Τουρκική επικυριαρχία. Σε κάθε περίπτωση, μετά από πολλές δεκαετίες λαθών είναι επιτακτικό αφενός να αποσυρθούν άμεσα όλες οι αδιέξοδες προτάσεις που καταργούν την Κυπριακή Δημοκρατία και την εντάσσουν στα πεδία της τουρκικής επικυριαρχίας και αφετέρου, παράλληλα με την ενίσχυση της άμυνας και των συμμαχιών, αδιαπραγμάτευτα, αφενός να προταχθεί η διεθνής και ευρωπαϊκή νομιμότητα και αφετέρου να αξιωθεί από τον ΟΗΕ το ΣΑ να εκπληρώσει τον ρόλο του στην βάση των αποφάσεων του 1974 και 1983. Κύπρος και Ελλάδα εξ αντικειμένου βρίσκονται σε σταυροδρόμι. Στην μια κατεύθυνση είναι η άρνηση κατάργησης της ΚΔ και η ανένδοτη έκκληση να γίνει σεβαστή η διεθνής τάξη και η διεθνής νομιμότητα συνάμα και η Ευρωπαϊκή νομιμότητα σύμφωνα με την Πράξη Προσχώρησης στην ΕΕ. Ταυτόχρονα όπως μόλις αναφέρθηκε, αρχίζει μια νέα στρατηγική ή «αφυπνίζονται» παρελθούσες δεδηλωμένες θέσεις που εκπληρώνουν θεμιτά και νόμιμα συμφέροντα. Η άλλη κατεύθυνση είναι η κρατική αυτοκτονία με βαθύτατες νομικές και πολιτικές προεκτάσεις που θα καταστήσουν τον ρόλο της Τουρκίας προσδιοριστικό, θα οδηγήσουν τα άλλα κράτη να αναπροσαρμόσουν τις σχέσεις με την Τουρκία, θα αλλάξουν εκ βάθρων το κυριαρχικό καθεστώς στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο και θα καταστήσουν τους Έλληνες της Κύπρου ομήρους.Το Ελληνικό κράτος ανεπίστροφα θα παγιδευτεί στρατηγικά. Αναπόδραστα, επίσης, μεγάλες περιφερειακές συγκρούσεις θα προκαλέσουν σε όλους αβάστακτες κακουχίες. Δεν υπάρχει κατά συνέπεια ο παραμικρός λόγος να συνεχίσουμε την αποτυχημένη πεπατημένη.
19 Νοεμβρίου 2018,
πηγή: http://www.philenews.com/f-me-apopsi/paremvaseis-ston-f/article/612386/-diapragateftiko-kektimeno-i-diethnis-kai-evropaiki-nomimotita-to-sa-kai-o-katastatikos-chartis-toy-oie
Παναγιώτης Ήφαιστος
* Καθηγητής Διεθνών Σχέσεων και Στρατηγικών Σπουδών.