Κυπριακή Δημοκρατία, Ελληνική Κοινότητα και ο Ενδοκοινοτικός Διάλογος
Μας ξενίζει κάθε φορά, που μετά μια συνάντηση των δύο ηγετών των δύο κοινοτήτων ή μετά το πέρας μιας διαδικασίας διαπραγμάτευσης, ο ΟΗΕ κρατά ίσες αποστάσεις και δεν ψέχνει την Τουρκία και τους Τ/Κ. Όπως ακριβός έγινε πρόσφατα, τόσο με τα συμπεράσματα του ΓΓ του ΟΗΕ για το Κράνς Μοντανά, όσο και στα συμπεράσματα της ΕΕ για την Τουρκία.
Βάση της διαδικασίας, στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων κάθονται δύο ισότιμες κοινότητες, οι οποίες μετά την Τουρκοανταρσία του 1963-64 προσπαθούν να βρουν μια φόρμουλα κοινών αποδεχτών αλλαγών στο Κυπριακό Σύνταγμα, οι οποίες να διορθώνουν τις αγκυλώσεις του Συντάγματος του 1960 (που αδικούσαν τους Ε/Κ αλλά και συνάμα βραχυκύκλωναν το κράτος), αλλά και από την άλλη να διασκεδάζει τις ανησυχίες των Τ/Κ για ασφάλεια και ισότιμη αντιπροσώπευση (εξού και η πολιτική ισότητα, που πουθενά δεν αναφέρεται σαν αριθμητική ισότητα).
Διαδικαστικά η Κυπριακή Δημοκρατία είναι απούσα από τις διακοινοτικές. Καταφέραμε όμως, από μόνοι μας, να την εμπλέξουμε και να την καταγάγουμε σε κοινότητα. Μέγα διαπραγματευτικό λάθος. Το γεγονός ότι στην διακυβέρνηση συμμετέχουν μόνο Έλληνες, δεν συνταυτίζει την Κυπριακή Δημοκρατία με την Ελληνική κοινότητα. Είναι δύο διαφορετικά πράγματα.
Διαδικαστικά, ο διάλογος είναι ενδοκοινοτικός. Οι δύο κοινότητες, όχι η Τουρκία και η Κυπριακή Δημοκρατία. Οπότε πως και γιατί να ψέξει κανείς την Τουρκία; Σε αυτές τις συνομιλίες οι δύο κοινότητες προσέρχονται ισότιμα να διαμοιράσουν την εξουσία, σε μία κοινά αποδεκτή λύση. Γιατί να ψέξει κάποιος τους Τ/Κ όταν η λύση δεν είναι κοινά αποδεχτή;
Για τον ΟΗΕ, επί τις ουσίας τα βρήκαμε, αλλά κολλάμε στις λεπτομέρειες. Πήραμε και δώσαμε, και καταλήξαμε στην ΔΔΟ . Σαν και οποιαδήποτε από τις δύο κοινότητες έχει κυριαρχικά δικαιώματα και μπορεί να πάρει ή να δώσει οτιδήποτε. Απαράδεχτο. Η όποια συμφωνία μεταξύ των δύο κοινοτήτων, πρέπει να είναι υπό την αίρεση της Κυπριακής Δημοκρατίας, ως προς την συνταγματικότητά της και την συμμόρφωσή της με το Διεθνές Δίκαιο και το Ευρωπαϊκό Κεκτημένο.
Πρέπει επείγοντος να ξεχωρίσουμε την Κυπριακή Δημοκρατία από την Ελληνική κοινότητα, και να της προσδώσουμε τον ρόλο του τοποτηρητή του Κυπριακού Συντάγματος, καθώς και των ελευθεριών και δικαιωμάτων όλων των πολιτών της (Ελλήνων, Τούρκων, Αρμενίων, Λατίνων, Μαρωνιτών). Για αυτό τον λόγο ο ΠτΔ επιτάσσεται να φορά μόνο ένα καπέλο. Αυτό του ΠτΔ. Και εάν θα συνομιλήσει με τον Τ/Κ ή Ε/Κ εκπρόσωπο θα μιλήσει σαν ΠτΔ προς εκπρόσωπο κοινότητας.
Συνταυτοχρόνου πρέπει να εμπλέξουμε την Τουρκία σε διάλογο με την Κυπριακή Δημοκρατία για λύση της συνεχιζόμενης κατοχής. Και ναι, η Τουρκία δεν μας αναγνωρίζει αλλά μας αναγνωρίζει όλο το διακρατικό σύστημα, και μέσον των διεθνών φόρων πρέπει να αρχίσει να μας βρίσκει μπροστά της, σε κάθε βήμα που κάνει.
Η έκβαση του διακοινοτικού διαλόγου δεν μπορεί να αποτελεί προϋπόθεση για τον τερματισμό της Κατοχής. Το αντίθετο έπρεπε να ήταν. Δεν βρίσκουμε λύση γιατί συνομιλούμε υπό την απειλή των όπλων του Αττίλα. Και την λύση την βρήκε ο Αττίλας το 1974. Δεν πρέπει να έχουμε ψευδαισθήσεις. Στο τραπέζι των διακοινοτικών οι Τ/Κ δεν εκπροσωπούνται. Εκπροσωπούνται τα συμφέροντα της Τουρκίας, ελέω του κάθε Ακιντζί.
Τέλος πρέπει να καταστίσουμε σαφές ότι η Κυπριακή Δημοκρατία είναι το μόνο αναγνωρισμένο κράτος στην Κύπρο. Εν τη έλλειψη μιας κοινής αποδεχτής λύσης, η Κυπριακή Δημοκρατία, σαν ενιαίο κράτος, είναι η μόνη νομιμότητα που παραμένει σε ισχύ. Με εχέγγυο αυτήν την νομιμότητα που μας προσφέρει το διακρατικό σύστημα, αυτό το κράτος έχει κάθε δικαίωμα να αλλάξει το Σύνταγμά του με ένα δημοψήφισμα, επί του συνόλου των πολιτών του, με μόνο γνώμονα το Διεθνές Δίκαιο και Ευρωπαϊκό Κεκτημένο.
Αντώνης Σιβιτανίδης, M.Sc., B.Sc.
Εκπρόσωπος Τύπου Ε.Ε. ΔΗ.ΚΟ. Πάφου.