Οι διακοινοτικές συνομιλίες 1974-2017 και οι προοπτικές
Στις 13 Ιουλίου 1974 είχε ολοκληρωθεί προκαταρκτικά ένα προσχέδιο συμφωνίας για το Κυπριακό από τους συνταγματολόγους Μιχαήλ Δεκλερή και Ορχάν Αλτικαστή, από την Ελλάδα και την Τουρκία αντίστοιχα, η αποστολή των οποίων ήταν να συμβάλουν στην επιτυχία των ενισχυμένων ενδοκυπριακών συνομιλιών. Η συμφωνία αυτή, η οποία προνοούσε ένα ενιαίο κράτος με στοιχεία κοινοτικής αυτοδιοίκησης σε θέματα χαμηλής πολιτικής, επρόκειτο να μονογραφηθεί από τους δύο συνομιλητές Γλαύκο Κληρίδη και Ράουφ Ντενκτάς στις 16 Ιουλίου 1974. Όμως το πραξικόπημα και η εισβολή διαφοροποίησαν άρδην τα δεδομένα. Στις 23 Ιουλίου 1974 ο Γλαύκος Κληρίδης εισηγήθηκε στον Ράουφ Ντενκτάς την επαναφορά του Συντάγματος του 1960. Ο Τουρκοκύπριος ηγέτης σε συνεννόηση με την Άγκυρα απάντησε ότι ήταν πλέον αργά. Με τις ιδέες και τους χάρτες που η Άγκυρα και ο Ντενκτάς κατέθεσαν μεταξύ του πρώτου και του δεύτερου γύρου της εισβολής οι τουρκικοί σχεδιασμοί κατέστησαν προφανείς.
Είναι σημαντικό να αξιολογήσουμε τα δεδομένα με ορθολογισμό και μακριά από δογματισμούς και ευσεβοποθισμούς. Υπενθυμίζεται ότι το Σύνταγμα του 1960 ήταν βασισμένο στη συναινετική δημοκρατία (ήταν μια μορφή διοικητικής δικοινοτικής ομοσπονδίας χωρίς γεωγραφική βάση). Το 1968-1974 διεξήχθησαν ενδοκυπριακές συνομιλίες με βάση λύσης το ενιαίο κράτος. Μετά τις 20 Ιουλίου η βάση λύσης μετατοπίσθηκε δραματικά καθώς έκτοτε συζητείται η ομοσπονδία σε γεωγραφική βάση. Αρχικά οι συζητήσεις περιστρέφοντο γύρω από τη διπεριφερειακή και πολυπεριφερειακή ομοσπονδία. Οι δυνάμεις της ελληνοκυπριακής κοινότητας που αντιτίθοντο σε αυτή την προοπτική δεν κατέθεσαν οποιαδήποτε ολοκληρωμένη εναλλακτική πρόταση.
Υπήρξαν πέντε Συμφωνίες Υψηλού Επιπέδου ως ακολούθως:
12 Φεβρουαρίου 1977, Μακαρίου – Ντενκτάς 19 Μαΐου 1979, Κυπριανού – Ντενκτάς 8 Ιουλίου 2006, Παπαδόπουλου – Ταλάτ 23 Μαΐου 2008, Χριστόφια – Ταλάτ 11 Φεβρουαρίου 2014, Αναστασιάδη – Έρογλου. Ενώ ο όρος διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία χρησιμοποιείται από τα τέλη της δεκαετίας του 1980 σε διάφορα επίπεδα και από τον ΟΗΕ, για πρώτη φορά συμπεριλήφθηκε σε Συμφωνία Υψηλού Επιπέδου το 2006 (στη Συμφωνία Παπαδοπούλου – Ταλάτ, γνωστή ως Συμφωνία της 8ης Ιουλίου). Παράλληλα, όμως, ο Πρόεδρος Παπαδόπουλος προσπάθησε να διαφοροποιήσει την έννοια αυτή χρησιμοποιώντας τον όρο «διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία με το σωστό περιεχόμενο». Μεγάλη διολίσθηση έλαβε χώρα με τις συμφωνίες Χριστόφια – Ταλάτ και Αναστασιάδη – Έρογλου στις οποίες ενσωματώθηκε η πρόνοια για «συνιστώντα κράτη». Παρά τις οδυνηρές παραχωρήσεις της ελληνοκυπριακής πλευράς, δεν κατέστη δυνατή η επίτευξη μιας συμφωνίας. Ούτε και η σταδιακή προσαρμογή των ελληνοκυπριακών θέσεων με τις τουρκικές οδήγησε σε λύση. Ενώ αναμένεται κινητικότητα για να συνεχισθεί ο διάλογος μετά τις προεδρικές εκλογές, πρέπει να έχουμε υπ’ όψιν ότι στην περίπτωση εφαρμογής της λύσης όπως συζητείται σήμερα θα οδηγηθούμε σε επιδείνωση της υφιστάμενης κατάστασης. Μεταξύ άλλων, η Κυπριακή Δημοκρατία με μια τέτοια εξέλιξη θα αντικατασταθεί από ένα τρικέφαλο κράτος, το οποίο θα αντιμετωπίσει σοβαρούς κινδύνους δυσλειτουργίας και κατάρρευσης.
Αξιολογώντας την πορεία των συνομιλιών από το 1974 μέχρι σήμερα, είναι προφανές ότι η βάση των συνομιλιών έχει σταδιακά προσεγγίσει τις τουρκικές θέσεις. Παρά ταύτα, είναι ο τουρκικός μαξιμαλισμός που μέχρι σήμερα έχει αποτρέψει μια δυσμενή διευθέτηση. Το χειρότερο είναι ότι ακόμα η Κυπριακή Δημοκρατία δεν έχει πειστικό αφήγημα. Επίσης όλα αυτά τα χρόνια δεν αναλήφθηκαν πρωτοβουλίες για δική μας κατάθεση θέσεων. Ο στόχος ήταν η αποφυγή επίρριψης ευθυνών στην πλευρά μας.
Σημειώνεται συναφώς ότι όταν υπάρχουν πρωτοβουλίες που οδεύουν προς ολοκλήρωση δημιουργείται ένα αρνητικό κλίμα λόγω του περιεχομένου του (εκάστοτε) σχεδίου. Ας μη λησμονούμε το τι έλαβε χώρα με τις Ιδέες Γκάλι, το Σχέδιο Ανάν και με την τελευταία πρωτοβουλία που κατέρρευσε στο Κραν Μοντάνα. Υπογραμμίζω επίσης ότι πέραν της ασφάλειας και των εγγυήσεων υπάρχουν και άλλα σημαντικά ζητήματα όπως η μορφή του κράτους, η διακυβέρνηση, το εδαφικό, οι περιουσίες και η οικονομία. Ιδιαίτερη σημασία αποκτά το θέμα του εποικισμού και η εμμονή της τουρκικής πλευράς στις τέσσερις βασικές ελευθερίες για Τούρκους υπήκοους.
Ως εκ τούτου ο Πρόεδρος που θα εκλεγεί θα πρέπει να σταθμίσει όλα τα δεδομένα και να προβληματισθεί σοβαρά για νέες προσεγγίσεις. Είναι κατανοητές οι υπέρμετρες δυσκολίες της διαφοροποίησης του κεκτημένου των συνομιλιών και της διαδικασίας. Όμως εκ των πραγμάτων μια νέα προσέγγιση αποτελεί στρατηγικό μονόδρομο.
Ανδρέας Θεοφάνους Καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας και
πρόεδρος του Κέντρου Ευρωπαϊκών και Διεθνών Υποθέσεων του Πανεπιστημίου Λευκωσίας.
πηγή: http://www.philenews.com/f-me-apopsi/paremvaseis-ston-f/article/464289/oi-diakoinotikes-synomilies-1974-2017-kai-oi-prooptikes