Σ. Λυγερός, «Σουλτανική δημοκρατία» – πύρρειος νίκη για τον Ερντογάν
Η οριακότητα της νίκης του ΝΑΙ δεν έχει συνέπειες στο θεσμικό επίπεδο και να επιτρέπει στον Ερντογάν να γίνει πρόεδρος-σουλτάνος. Στο πολιτικό επίπεδο, όμως, έχει. Μία ματιά στον εκλογικό χάρτη επιβεβαιώνει την τριχοτόμηση της Τουρκίας. Για την ακρίβεια, το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος τη βάθυνε αντί να την αμβλύνει. Η «βαθιά Τουρκία» μπορεί να ψήφισε μαζικά ΝΑΙ, αλλά τόσο η κεμαλική και η δυτικότροπη Τουρκία, όσο και οι κουρδικές επαρχίες στα νοτιανατολικά ψήφισαν μαζικά ΟΧΙ.
Ας παρακάμψουμε τις καταγγελίες της αντιπολίτευσης για μη σφραγισμένα ψηφοδέλτια, παρότι αυτές αποκτούν κρίσιμη σημασία όταν η διαφορά είναι τόσο μικρή. Ας παρακάμψουμε, επίσης, το κλίμα του φόβου και των διώξεων που οδήγησε σε μία κραυγαλέα άνιση προεκλογική εκστρατεία. Ας θεωρήσουμε -για την οικονομία της συζήτησης- ότι το αποτέλεσμα αποτυπώνει πραγματικά τη βούληση των Τούρκων πολιτών.
Τί μας δείχνει αυτό το αποτέλεσμα; Μας δείχνει ότι η τριχοτόμηση όχι μόνο δεν πρόκειται να ξεπερασθεί, αλλά ότι βαθαίνει κατά τρόπο που εγγράφει αρνητικές υποθήκες ακόμα και για την ενότητα της χώρας στο μέλλον. Δεν είναι μόνο ο κουρδικός αλυτρωτισμός, ο οποίος επιβεβαιώθηκε για μία ακόμα φορά στις κάλπες. Είναι και η ξεκάθαρη αρνητική στάση της δυτικής και παράκτιας Τουρκίας.
Οι κεμαλικοί και τα δυτικότροπα φιλελεύθερα αστικά στρώματα μπορεί να έχουν πολλές διαφορές μεταξύ τους, αλλά έχουν και έναν κοινό παρονομαστή, τον οποίο οι σημερινές συνθήκες υπογραμμίζουν και ενισχύουν: μισούν εξίσου τον Ερντογάν και αυτό που ο ίδιος και το κόμμα του αντιπροσωπεύουν. Δεν πρόκειται μόνο για μία ιδεολογική-πολιτική αντίθεση, έστω και οξυμένη.
Πρόκειται για κάτι πολύ ευρύτερο και πιο βαθύ. Πρόκειται για πολιτισμικό χάσμα, το οποίο στην πραγματικότητα θέτει σε αμφισβήτηση το ίδιο τον εθνικό συνεκτικό δεσμό και κατ’ επέκτασιν το πλαίσιο συνύπαρξης. Με άλλα λόγια, εκτός από το κουρδικό καρκίνωμα, προστίθεται και ο ιδεολογικός-πολιτισμικός διχασμός του ίδιου του τουρκικού έθνους.
Ορισμένοι πολιτικοί παρατηρητές εκτιμούν ότι η οριακή νίκη του ΝΑΙ θα εκθέσει τον Ερντογάν σε αμφισβητήσεις εκ μέρους πρώην ηγετικών στελεχών της νεοοθωμανικής παράταξης, όπως οι Γκιούλ, Αρίντς και Νταβούτογλου. Αν και είναι πρόωρο κάθε συμπέρασμα, εκτιμώ ότι από αυτή την πλευρά ο πρόεδρος-σουλτάνος δεν αντιμετωπίζει σοβαρό πολιτικό κίνδυνο. Στην πραγματικότητα, ο μεγαλύτερος εχθρός του είναι ο εαυτός του.
Ο Ερντογάν έχει ανοίξει πολλά μέτωπα, τα οποία χειρίζεται με έκδηλο μικρομεγαλισμό και αλαζονεία. Μπορεί αυτό να του προσφέρει οφέλη στο εσωτερικό πολιτικό επίπεδο. Μπορεί αρχικά να προκαλεί ερωτηματικά και να αποτρέπει έντονες αντιδράσεις. Δημιουργεί και παγιώνει, ωστόσο, σχεδόν εχθρικές συνθήκες στο εξωτερικό.
Προς το παρόν, ο νεοοθωμανός ηγέτης σχοινοβατεί ανάμεσα στον Πούτιν και στον Τραμπ. Αυτό, όμως, δεν μπορεί να συνεχισθεί για πολύ. Μετά τις παλινδρομήσεις του που οδήγησαν στον βομβαρδισμό της Συρίας, ο νέος Αμερικανός πρόεδρος αργά ή γρήγορα θα πρέπει να καταλήξει σε μία πολιτική. Αυτή η πολιτική θα εμπεριέχει τον Ερντογάν και τις επιδιώξεις του στη Συρία ή όχι;
Σύμφωνα με τις μέχρι τώρα ενδείξεις, αυτό δεν είναι το πλειοψηφικό σενάριο. Ο πρόεδρος Τραμπ δείχνει να προσαρμόζεται σε κάποιο βαθμό (θα φανεί σε ποιο βαθμό) στο στρατηγικό πλαίσιο που το αμερικανικό «βαθύ κράτος» έχει διαμορφώσει τον τελευταίο χρόνο για το συριακό μέτωπο. Αυτό το πλαίσιο αποκλείει το ενδεχόμενο η Ουάσιγκτον να εγκαταλείψει τους Κούρδους, επειδή έχει επενδύσει πολλά στη συμμαχία μαζί τους και τους θεωρεί απαραίτητο εργαλείο για να διαμορφώσει τη νέα γεωπολιτική ισορροπία στη Συρία. Αλλά ακόμα και εάν ο Τραμπ τα βρει με τον Ερντογάν, η σύμπλευση του τελευταίου με τη Μόσχα θα τιναχθεί στον αέρα.
Η προσωπική εκτίμησή μου είναι ότι ο Ερντογάν δεν πρόκειται να κάνει κάποιου είδους εντυπωσιακή στροφή στην εξωτερική πολιτική, ως αποτέλεσμα της οριακής νίκης του στο δημοψήφισμα. Κι αυτό παρότι, λόγω χαρακτήρος, έχει μία τέτοια τάση. Το πιθανότερο είναι ότι θα κατεβάσει κάπως τους τόνους, ειδικά προς την ΕΕ. Πιθανόν να επιχειρήσει να ρίξει και κάποιες γέφυρες συνεννόησης, αλλά στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες επικρατεί έντονη δυσπιστία και έκδηλο αρνητικό κλίμα. Δεδομένου, μάλιστα, ότι δεν είναι διατεθειμένος να προσφέρει σημαντικά πολιτικά ανταλλάγματα για να κατευνάσει τους Ευρωπαίους, τα όποια ανοίγματά του δεν αναμένεται να βρουν ανταπόκριση και να επαναφέρουν τις ευρωτουρκικές σχέσεις στο σημείο που ήταν μερικά χρόνια πριν.
Στο Αιγαίο, ίσως, εφεξής αποφύγει κραυγαλέες προκλήσεις, αλλά επί της ουσίας δεν πρόκειται να κάνει βήμα πίσω. Άρα, σ’ αυτό το μέτωπο τα πράγματα θα κυλήσουν στις γνωστές ράγες με όχι ανατρεπτικές διακυμάνσεις. Αντιθέτως, ένταση αναμένεται να επικρατήσει στο μέτωπο της Κύπρου, λόγω των προγραμματισμένων ερευνών στην κυπριακή ΑΟΖ.
Συνοψίζοντας, ο κρίσιμος παράγοντας που σε μεγάλο βαθμό θα επικαθορίσει τις περαιτέρω κινήσεις του προέδρου-σουλτάνου και ευρύτερα τις ισορροπίες στην περιοχή είναι η πολιτική, στην οποία θα καταλήξει ο πρόεδρος Τραμπ. Εάν αφήσει τις τουρκικές επιδιώξεις έξω από την αμερικανική πολιτική, ο Ερντογάν θα περιέλθει σε δυσχερή θέση. Η νίκη του στο δημοψήφισμα θα αποδειχθεί και σ’ αυτό το επίπεδο πύρρειος.
πηγή: http://stavroslygeros.gr/diethni/%CF%83%CE%BF%CF%85%CE%BB%CF%84%CE%B1%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CE%AE-%CE%B4%CE%B7%CE%BC%CE%BF%CE%BA%CF%81%CE%B1%CF%84%CE%AF%CE%B1-%CF%80%CF%8D%CF%81%CF%81%CE%B5%CE%B9%CE%BF%CF%82-%CE%BD%CE%AF%CE%BA%CE%B7/
Σταύρος Λυγερός. Έλληνας δημοσιογράφος και συγγραφέας. Πτυχίο Μαθηματικών από το Πανεπιστήμιο Αθηνών. Παρακολούθησε μεταπτυχιακά σεμινάρια διεθνών σχέσεων και διεθνούς οικονομίας στην Ecole des Hautes Etudes στο Παρίσι. Μέλος της Συντονιστικής Επιτροπής στην εξέγερση του Πολυτεχνείου το Νοέμβριο του 1973.